Skip to main content

Μουσικά Νέα

«Στο Μέτωπό τους Πάντα μια Φλέβα Σπασμένη»: ή Αλλιώς πώς ο Οικονομίδης Κατάφερε να Ταυτιστούμε με μία Τοξική Αρρενωπότητα

Σήμερα ξεκινάνε στις αίθουσες οι προβολές της νέας ταινίας του Γιάννη Οικονομίδη «Σπασμένη Φλέβα», και πριν την επίσημη ημερομηνία κυκλοφορίας, ο Strummer Radio ήταν καλεσμένος σε μία ειδική προβολή για ανθρώπους που όπως είπε ο ίδιος, είναι στην «από εδώ πλευρά της ιστορίας και του πολιτισμού».

Σκοπός αυτής της προβολής ήταν να δούμε μία ταινία «για ό,τι πάει στραβά σε αυτή την χώρα».

Και πράγματι, παραμένοντας πάντα στο Οικονομιδικό σύμπαν (όπως λένε και οι κριτικοί), αναγνωρίσαμε πολλά σημεία της ελληνικής κοινωνίας, όσο και γεγονότα που μας θυμίζουν στιγμές από την δική μας κλειδαρότρυπα.

Ο Γιάννης Οικονομίδης, σε συνεργασία με τον Βαγγέλη Μουρίκη στο σενάριο, αφήνει λίγο πίσω του την «εργατική τάξη» και τους αντιήρωες μοναχικούς λύκους για να καταπιαστεί με μία νέα ομάδα, όπως είπε και ο ίδιος, του «νέου νεοέλληνα» Στην ομάδα αυτή, τα μπουζούκια στα χιλιόμετρα Αθηνών – Λαμίας έγιναν lounge bar, τα κόκκινα ξενοδοχεία έγιναν boutique hotel, και τα σοκολατάκια πρέπει πάντα να είναι Ελβετίας αλλιώς δεν χωνεύονται.

Ο πρωταγωνιστής, Θωμάς Αλεξόπουλος, ήδη από την αρχή, έχει στήσει έναν ιστό που περιπλέκεται όλο και περισσότερο σε κάθε σκηνή, καθώς φαίνεται να έχει πάρει μάστερ στην τέχνη της παραπλάνησης. Προσαρμόζεται στις συνθήκες και στα άτομα, νιώθει άτρωτος, και γενικώς, δεν τον απασχολεί ποιους ανθρώπους θα πληγώσει ή θα καταστρέψει, αρκεί να σωθεί ο ίδιος. Και εδώ όμως κάπου έρχεται το παράδοξο της ταύτισης · κάποια σημεία τα οποία δεν μπορείς να κατανοήσεις πλήρως, αλλά τα αναγνωρίζεις σχεδόν αμέσως και στην δική σου καθημερινότητα.

Οι δημιουργοί, μας παρουσιάζουν κάτι εξαιρετικά ασύνηθες, όχι μόνο για τις ταινίες του Οικονομίδη, αλλά και γενικότερα για τον κινηματογράφο που καταπιάνεται με προβληματικές αρρενωπότητες. Στην «Σπασμένη Φλέβα» -έστω διαλειμματικά- βλέπουμε μία τοξική αρρενωπότητα που «σπάει», και αυτό δεν είναι κάτι που μπορούμε να το αγνοήσουμε τελικά όσο και να θέλουμε. Ο πρωταγωνιστής φαίνεται να ακροβατεί σε μία λεπτή γραμμή ανάμεσα στην περφόρμανς ώστε να πάρει ό,τι επιθυμεί και θεωρεί ότι του αξίζει, αλλά και στην γνήσια απόγνωση.

Ο παλιός, αλλά και «αιώνιος» άντρας παιγμένος σε λούπα, στην πραγματικότητα δεν είναι μονοδιάστατος. Και αυτό είναι κάτι το οποίο συχνά πολλά θεωρητικά πλαίσια τα οποία μελετούν τις αρρενωπότητες αποτυγχάνουν να αναδείξουν. Ίσως γιατί είναι πιο περίπλοκο, και κάπως μας αρέσουν οι πιο απλές εξηγήσεις που θα μας δώσουν άμεσες απαντήσεις. Ωστόσο, η εικόνα αυτή δεν σημαίνει ότι ο πρωταγωνιστής ξεπλένεται, αλλά ότι έχει μελετηθεί βαθιά και πέρα από τις κλειστές πόρτες.

 «Δεν αλλάζει ο μαλάκας» λέει κάποια στιγμή ένας από τους χαρακτήρες. Και τελικά, είναι μια αλήθεια αυτό, όσο δύσκολο και να μας είναι. Ο Θωμάς θα μπορούσε να είναι ο πατέρας μας, ο γείτονάς μας, ο ιδιοκτήτης του αγαπημένου μας μπαρ.

Σε ένα δεύτερο καίριο θέμα της ταινίας, αναμένεις οι «κακοί» να φαίνονται και κακοί, όπως σε όλες τις προηγούμενες ταινίες του σκηνοθέτη. Όμως και εδώ η εικόνα αυτή είναι πολύ πιο κοντά μας. Γιατί στο τέλος της ημέρας, ποια είναι τελικά η διαφορά ενός τοκογλύφου από μία τράπεζα που έρχεται με τα ΜΑΤ να σου πάρει το σπίτι;  Και το ενδιαφέρον είναι ότι ήδη από την αρχή γνωρίζεις ότι το διακύβευμα δεν είναι να μην καταλήξει ο πρωταγωνιστής στον πάτο της θάλασσας τσιμεντωμένος. Η αλήθεια είναι ότι στην πρώτη περίπτωση, ίσως θα ήταν λίγο πιο εύκολο να μην νιώσεις για ακόμα μία φορά πόσο κοντά σου είναι ο πρωταγωνιστής.

Ψάχνοντας μια ισορροπία ανάμεσα στην ατομική ευθύνη και την κοινωνική κριτική («Τα γαμωγούστα μου πληρώνω»), η ταινία θα μπορούσε να είναι μια σύγχρονη τραγωδία - όσο κλισέ και εάν ακούγεται αυτό. Καθ’ όλη την διάρκεια, νιώθεις ότι θα έρθει κάτι όπως στις προηγούμενες ταινίες του Οικονομίδη, και πράγματι, αυτό το «κάτι» έρχεται. Όμως οι δύο δημιουργοί δεν σταματάνε εκεί.

Προσωπική γνώμη όσο παρακολουθούσα, ήταν ότι η ταινία θα μπορούσε να σταματήσει στο κρεσέντο. Όμως ο Οικονομίδης και ο Μουρίκης μας δείχνουν ότι δεν υπηρετούν κλασικές φόρμες αρχής-μέσης-τέλους, αλλά το τέλος μπορεί να αφορά και την ίδια την συναισθηματική σχέση των ανθρώπων. Και σε μία χαρακτηριστική σκηνή χωρίς καθόλου λόγια η οποία θα παίζεται για πολύ καιρό στο κεφάλι σας, φάνηκε ότι τελικά μπορούν να πουν τα πάντα, και ότι είχαν δίκιο.

Σε ένα τρίτο παράδοξο, δύο άντρες δημιουργοί κατάφεραν να αναδείξουν ζητήματα που αφορούν πραγματικότητες γυναικών, με μία τόλμη και ρεαλισμό που χρειάζεται να αναγνωριστούν. Γυναίκες που αποζητούν την αποδοχή ανδρών που δεν το αξίζουν, κόρες που έχουν συνεξαρτηθεί, και η νοοτροπία του να γυρνάει μία γυναίκα στον κακοποιητή της. Ωστόσο, ο Οικονομίδης δεν δίνει εν τέλει μία απάντηση στο «γιατί δεν φεύγει;» και πώς θα μπορούσε άλλωστε… Παράλληλα, δεν παραμένει αμέτοχος και ανοίγει – και σκηνοθετικά – ένα παράθυρο στον ψυχισμό μίας γυναίκας που μπορεί να βρεθεί σε αυτή τη θέση.

Η «Σπασμένη Φλέβα» είναι πράγματι μία ταινία για όσα «πηγαίνουν στραβά σε αυτόν τον τόπο», αλλά είναι και πολλά παραπάνω. Από τη μία είναι βέβαιο ότι ο Οικονομίδης θα γνωρίσει τον προσωπικό θρίαμβο μέσα στο επόμενο διάστημα, κάτι που οι κριτικοί αναμένουν να του προσφέρουν για χρόνια. Και αναφέρομαι στους ίδιους κριτικούς οι οποίοι χαρακτήριζαν τις πρώτες του ταινίες ως μη ρεαλιστικές – κάτι με το οποίο όσα άτομα μεγαλώσαμε σε αντίστοιχες γειτονιές, γελάμε.

Από την άλλη, και ίσως το πιο σημαντικό, είναι ότι συνεχίζει ένα εγχώριο σινεμά που κοιτά κατάματα τα «ζητήματα της κοινωνίας» χωρίς να τα κρύβει μέσω του σουρεαλισμού, και δεν υπόσχεται ότι έχει τις απαντήσεις, αλλά προσπαθεί με ευαισθησία και ενσυναίσθηση να στρώσει ένα έδαφος για να μπορέσουμε να κάνουμε τις κατάλληλες ερωτήσεις.

Σταυρούλα Διαμαντή (Stav/ Psychotic Reactions, Strummer Radio)

 

  • Δημιουργήθηκε στις