“To Know Us Better #16” - Γνωρίζουμε τους Least Concern
Least Concern, είναι ένας όρος δανεισμένος από τη βιολογία, ο οποίος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τα είδη τα οποία διατρέχουν μειωμένη ανησυχία προς εξαφάνιση, όπως π.χ. το ανθρώπινο είδος. Είναι όμως έτσι; Γνωρίζουμε τους Αθηναίους Least Concern και τους φιλοξενούμε για μια συνέντευξη στο στούντιο του Strummer Radio.
Οι Least Concern είναι οι:
Τραγούδι: Νάντια Πιθαρά
Κιθάρα: Βασίλης Δρακόπουλος
Μπάσο: Παναγιώτης Ζαφειριάδης
Ντράμς: Κωνσταντίνος Αθανασόπουλος
S.R.: Αγαπητοί Least Concern καλώς ήρθατε στο Strummer Radio. Πείτε μας μερικά στοιχεία για εσάς, πως και πότε δημιουργήθηκε ως μπάντα;
Παναγιώτης: Με τον Βασίλη γνωριστήκαμε για πρώτη φορά στο Στρατό. Εννέα μήνες περάσαμε μαζί και μεταξύ άλλων συζητήσεων, μια σίγουρα αφορούσε τη μουσική. Είχε ειπωθεί ότι παίζω μπάσο (πού και πού βαράω και κανένα τύμπανο) και αυτός κιθάρα.
Όταν τελείωσε η στρατιωτική μας θητεία, είχαμε κρατήσει επαφή. Μια μέρα, δύο χρόνια μετά την απόλυσή μας, με παίρνει τηλέφωνο και με ρωτάει "θυμάμαι μου είχες πει ότι παίζεις μπάσο, σωστά; Και τότε μου πρότεινε να παίξω σε ένα σχήμα Ελληνικού punk rock. Σε μια περίοδο που ψάχναμε για γυναικεία φωνητικά, εντελώς τυχαία μέσα σε ένα ταξί, ο τότε ντράμερ μας γνώρισε την Νάντια. Αργότερα, αποφασίσαμε να αφήσουμε το punk rock και να ακολουθήσουμε το alternative Αγγλόφωνο rock ύφος που παίζουμε μέχρι και σήμερα. Στα drums έλαβε θέση ο Δημήτρης Γεωργόπουλος, φίλος του Βασίλη, που μας έφερε σε επαφή κι έτσι χτίσαμε αυτό που λέμε σήμερα Least Concern. Τον τελευταίο χρόνο, μετά την αποχώρηση του Δημήτρη, τη θέση του πίσω από τα τύμπανα έχει πάρει ο Κωνσταντίνος Αθανασόπουλος, με τον οποίον (πως τα φέρνει η τύχη) επίσης είχαμε γνωριστεί στον στρατό.
Βασίλης: Επίσημα, η χρονιά που ξεκινήσαμε την υλοποίηση αυτής της διαδρομής και που πρώτη φορά εμφανίστηκε το όνομα των Least Concern, είναι το 2015. Και ναι, αυτήν τη στιγμή το μόνο μέλος που δεν έχει κάνει τη στρατιωτική του θητεία μαζί μας, είναι η Νάντια χαχα!
S.R.: Ποιος ήταν ο «νονός» της και ποια η ιστορία πίσω από το όνομα;
Νάντια: Όταν ψάχναμε όνομα, ένας φίλος προτείνοντας διάφορα, πέταξε το "Least Concern", το οποίο ανάμεσα σε πολλά άλλα που σκεφτόμασταν, ήταν αυτό που μας φάνηκε να έχει το μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Είναι ένας όρος της βιολογίας, ο οποίος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τα είδη τα οποία διατρέχουν μειωμένη ανησυχία προς εξαφάνιση, όπως π.χ. το ανθρώπινο είδος.
Βασίλης: Προσωπικά, μου φάνηκε πολύ ενδιαφέρουσα η ειρωνεία που κρύβεται πίσω από αυτό το όνομα. Ότι δηλαδή με όρους βιολογίας, το ανθρώπινο είδος είναι αυτό που έχει μειωμένες πιθανότητες για εξαφάνιση, αλλά παράλληλα έχει συμβάλει στην εξαφάνιση τόσων άλλων ειδών στον πλανήτη. Μετά τα τελευταία γεγονότα στην Ουκρανία, αντιλαμβανόμαστε πόσο στα αλήθεια εύθραυστη είναι αυτή η ισορροπία και ειδικά όταν εν έτη 2022 ακούγονται μέχρι και πυρηνικές απειλές, δυστυχώς η ειρωνεία του όρου «μειωμένη ανησυχία» είναι πιο δυνατή από ποτέ.
S.R.: Πώς ήταν η συνεργασία με τους Magic De Spell; Τι σας ενέπνευσε ώστε να διασκευάσετε το Sarajevo σχεδόν τριάντα χρόνια μετά ;
Νάντια: Η συνεργασία με τους Magic De Spell ήταν απρόσμενη και αποκαλυπτική. Και πολύ δημιουργική. Το ένα συγκρότημα αγκάλιασε με πολύ σεβασμό τη δημιουργία του άλλου, και έτσι φτιάχτηκε μια νέα υπόσταση, η οποία βασίστηκε στο Sarajevo των Magic De Spell φιλοξενώντας ταυτόχρονα τα αισθητικά και μουσικά γνωρίσματα των Least Concern. Γεννήθηκε μια νέα ατμόσφαιρα στο Syria, απόκοσμη και μελωδική, και υπήρχε η αμοιβαία επιθυμία η ατμόσφαιρα αυτή να προφυλαχτεί και να εμπλουτιστεί. Αυτό συντελέστηκε υπέροχα με τα πλήκτρα του Δημήτρη Μποτή, με τα φωνητικά του Γιώργου Λαγγουρέτου από το ελληνικό Sarajevo, αλλά και με το πολυφωνικό chorus στο ρεφρέν του Πάνου Μπίρμπα. Η μίξη και παραγωγή του Γιώργου Αρχοντάκη ήρθε, στο τέλος, να αναδείξει αυτό το νέο τοπίο με τον καλύτερο τρόπο.
Ζούμε σε μια ακραία και βίαιη εποχή. Ο πόλεμος συντελείται τόσο ένοπλα, όσο και άοπλα. Αυτό που συμβαίνει στη Συρία, 30 χρόνια μετά το Σαράγεβο, και τώρα στην Ουκρανία, καταδεικνύει πως η βία μετατίθεται από εποχή σε εποχή κι από τόπο σε τόπο, όπως πάντα συνέβαινε, εξυπηρετώντας σκοπούς - την ίδια ώρα που η καλλιέργεια του πολιτισμένου λόγου λειτουργεί ως οξύμωρος περισπασμός. Αυτό το τελευταίο συγκαλύπτει τόσο βολικά πόσο παραμένει στην βαθιά πρωτόγονη φύση της η ανεξέλεγκτη τάση του είδους μας για επεκτατικότητα και βία. Η οποία, ιδωμένη μακροσκοπικά, κινείται ως έρμαιο μιας μηχανικής που στερείται ουσιαστικής συνείδησης. "Φώναξε" είπαν οι Magic De Spell το 1993, στοχεύοντας στην αφύπνιση του κοινωνικού ασυνειδήτου, έξω από τις ωραιοποιήσεις των διαβουλεύσεων, και 3 δεκαετίες αργότερα το, κατά τα άλλα, least concern ανθρώπινο είδος, κατοικεί στο ίδιο τοπίο. Μπορούμε να αλλάξουμε το "Σαράγεβο", με το "Συρία", το "Συρία" με το "Ουκρανία", και να μιλάμε για ακριβώς το ίδιο πράγμα εκτός και εντός εποχών.
S.R.: Πείτε μας λίγα λόγια για το ντεμπούτο σας “Midnight Blue’. Ξεχωρίζετε κάποια τραγούδια περισσότερο;
Βασίλης: Ο δίσκος κυκλοφόρησε στις αρχές του 2020 και αποτυπώνει με τον καλύτερο τρόπο την εξέλιξη που είχαμε σαν μπάντα μέσα στα χρόνια. Ουσιαστικά, ο δίσκος έγινε πραγματικότητα με τη βοήθεια ενός βραβείου που κερδίσαμε λίγο καιρό νωρίτερα. Ήταν ένας μουσικός διαγωνισμός που διοργάνωνε τότε το Ghost House με περισσότερες από τριάντα μπάντες από όλο το φάσμα της rock, metal, stoner σκηνής και στον οποίο είχαμε κερδίσει την πρώτη θέση. Με τα χρήματα εκείνου του βραβείου ξεκινήσαμε τις ηχογραφήσεις λίγους μήνες μετά και έτσι γεννήθηκε ο πρώτος μας δίσκος. Προσωπικά, θα ξεχώριζα το τελευταίο τραγούδι του δίσκου «Hell is a place without love», γιατί πιστεύω πραγματικά αυτό που ο τίτλος του τραγουδιού μαρτυρά, πως η πραγματική κόλαση βρίσκεται εκεί που η αγάπη απουσιάζει. Επίσης είναι στην καρδιά μου και για έναν ακόμα λόγο. Στο τραγούδι συμμετέχει με τη φωνή του ο γνωστός χολιγουντιανός ηθοποιός Louis Mandylor, γνωστός για την συμμετοχή του στο σήριαλ “Τα φιλαράκια” και “Γάμος αλλά ελληνικά”.
Παναγιώτης: Τι να πω για το «Midnight Blue»... Ένα τραγούδι που αναφέρεται σε αυτοκίνητο, του Βασίλη συγκεκριμένα. Το χρώμα του έχει την επίσημη ονομασία «Midgnight blue» από την αντιπροσωπεία και σχολιάζαμε πόσο ωραίο είναι και σαν χρώμα και σαν όνομα και αυτές οι αποχρώσεις είναι που κυριαρχούν και στο εξώφυλλο του δίσκου. Να λοιπόν που κάτι τόσο "ασήμαντο" φαινομενικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως βάση για να δημιουργηθεί ένα τραγούδι. Να ξεχωρίσω κάποιο τραγούδι δύσκολο, γιατί όπως ένας γονιός με τα παιδιά του, τα αγαπάει όλα το ίδιο.
Νάντια: Ήταν ένας μεγάλος δρόμος. Τα κομμάτια διαμορφώνονταν για χρόνια στο υπόγειο όπου κάναμε πρόβες, πριν αποφασίσουμε να τα ηχογραφήσουμε σε δίσκο. Κι ακόμα, ο δίσκος περίμενε καιρό από την ολοκλήρωσή του, πριν δημοσιευτεί. Το Midnight Blue έχει μάλλον την διερευνητική διάθεση που χαρακτηρίζει τα ξεκινήματα - που έρχονται μετά από ένα τέλος. Το τέλος μιας εποχής, την ώρα 00:00. Σταθερό γνώρισμα οι παραμορφωμένες κιθάρες, και στίχοι που έρχονται από ένα ευάλωτο ψυχικό σημείο, που διεκδικεί να γίνει νέα ζωή. Το "Demons", το κομμάτι με το οποίο ξεκινά και ο δίσκος, με κάποιο τρόπο συμπυκνώνει όλες της ποιότητές της μουσικής μας ταυτότητας.
S.R.: Ποια εσωτερικά και εξωτερικά ερεθίσματα σας οδήγησαν στη δημιουργία του άλμπουμ σας;
Παναγιώτης: Για αρχή, σίγουρα η αγάπη για τη μουσική. Τώρα πιο στοχευμένα, όσον αφορά το στίχο περισσότερο, όπου γράφει ο Βασίλης και η Νάντια, έχει να κάνει σίγουρα με τον εσωτερικό κόσμο του κάθε ανθρώπου.
Νάντια: Με αφορμή ερεθίσματα κυρίως διαπροσωπικά, γεννήθηκε η ανάγκη για έκφραση, και για αποτύπωση ενός περιεχομένου που κουβαλάει μηχανισμούς και μοτίβα, συναισθήματα και σκέψεις που διαμορφώνουν τις ανθρώπινες σχέσεις, οι οποίες δεν μπορούν να είναι απαλλαγμένες από αυτό το φορτίο. Συχνά, επίσης, αυτές οι σχέσεις δεν μπορούν ούτε να διεξάγονται μακριά από την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα - κι είναι κομμάτια στο δίσκο που πραγματεύονται τον εκτοπισμό και την βία, τον κατακερματισμό που φέρνει η υλικοκεντρική σύγχρονη ζωή.
Το να συνδημιουργεί κανείς είναι πολύτιμο, ειδικά σε μια εποχή ακραία ατομικιστική. Έτσι, το να δεσμευόμαστε γύρω από ένα από-κοινού-καμωμένο υλικό προς πραγμάτωση, ήταν κάτι που μας έδωσε, κι ακόμα μας δίνει, χαρά και δύναμη.
Βασίλης: Εσωτερικά ερεθίσματα ήταν η αποξένωση που ένιωθα έντονα εκείνη την περίοδο, με μπόλικη ματαίωση κι αυτό μπορεί να το διακρίνει εύκολα κάποιος από τον πρώτο κι ολας στίχο του άλμπουμ “I sleep with thousand of Demons together”.
S.R.: Γιατί επιλέγετε αγγλικό στίχο;
Νάντια: Η αγγλική γλώσσα είναι η γλώσσα της μουσικής των κυριότερων επιρροών μας. Είναι και μια γλώσσα που, καλώς ή κακώς, μπορεί εύκολα να ταξιδέψει, χωρίς να χαρακτηριστεί από τον "τόπο". Έχουμε και μια αγάπη για την ελευθερία με την οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί η αγγλική γλώσσα στη στιχουργική, ίσως γιατί όντας διαμεσολαβημένη, κατατίθεται πιο απενεχοποιημένα.
Βασίλης: Υπήρχε μια ευχέρεια στο να χρησιμοποιηθεί στα φωνητικά μας ο αγγλικός στίχος. Παρατηρώντας τη νέα γενιά τραγουδιστών, θεωρώ πως τα σχήματα με αγγλικό στίχο θα πληθύνουν ακόμα περισσότερο, μιας και εμφανίζονται καλλιτέχνες και φωνές που τόσο στην προφορά όσο και στον τρόπο που εκφράζουν τον αγγλικό στίχο, έχουν μια πηγαία έφεση και άνεση. Το επίπεδο γενικά στην Ελλάδα είναι σε σημαντικά καλύτερο σημείο από ότι στο παρελθόν, κάτι που σε συνδυασμό με τις καλές μουσικές παραγωγές, βοηθάει ένα σχήμα από την Ελλάδα να μπορέσει κάλλιστα να διεκδικήσει την προσοχή του κοινού πέρα από τα σύνορα μας. Αυτό, ευτυχώς, το βλέπουμε να συμβαίνει όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια.
Παναγιώτης: Η επιλογή του αγγλικού στίχου, έχει να κάνει περισσότερο με τον τρόπο έκφρασης που προσφέρουν τα Αγγλικά. Ο Βασίλης έχει αναφέρει στο παρελθόν πως ο τρόπος που σκέφτονται οι Άγγλοι του ταιριάζει. Για παράδειγμα στην Ελλάδα θα ρωτήσουμε “τι δουλειά κάνεις” ενώ στα αγγλικά θα πούμε “τι κάνεις για να ζεις- what do you do for a living”.
S.R.: Σε ποια μεγάλη μπάντα ή καλλιτέχνη θα θέλατε να είστε support;
Παναγιώτης: Πρέπει να επιλέξω μόνο μια ε; Νομίζω θα ήθελα τους Muse. Αν και με την ευκαιρία, η τιμή να μας έχουν προσκεκλημένους οι Magic de Spell και να παίξουμε στη συναυλία τους στο Κύτταρο για τα 40 χρόνια Magic De Spell ή στο Νεστόριο που ανοίξαμε τη σκηνή στους Planet of Zeus, Βασίλη Παπακωνσταντίνου, Μωρά στη Φωτιά, αποτελεί την εκπλήρωση ενός ονείρου.
Ναντια: Στους Madrugada, by all means.
Βασίλης: Είναι πολλοί… Radiohead, Muse, Madrugada, The Cure και τόσοι ακόμα.
S.R.: Τι έρχεται μετά για τους Least Concern; Ποιά είναι τα μελλοντικά σας σχέδια;
Παναγιώτης: Λόγω των συνθηκών που έχουν επικρατήσει τα τελευταία δυο σχεδόν χρόνια, με καραντίνες κτλ, δυστυχώς υπήρχε μία περίοδος απραγίας. Έχουν όμως μαζευτεί καινούριες ιδέες που τώρα πια αρχίζουν να παίρνουν σάρκα και οστά. Θέλω να πιστεύω ότι σε σχετικά λίγο χρονικό διάστημα, θα μπορέσουμε να αρχίσουμε καινούριες ηχογραφήσεις.
Νάντια: Η ηχογράφηση του επόμενου άλμπουμ μας, συναυλίες και, αισίως, νέες συνεργασίες!
S.R.: θα θέλαμε από εσάς ένα top-10 με τους αγαπημένους σας δίσκους ή/και τραγούδια.
Η σειρά είναι τυχαία μιας και ο κάθε ένας από αυτούς τους δίσκους είναι νούμερο ένα για εμάς
- System of a Down - System of a Down
- Muse - Absolution
- Rage Against the Machine - Rage Against the Machine
- Pink Floyd - Dark Side of the Moon
- Syd Barrett – Barrett
- Radiohead - The bends
- Nick Cave - No more shall we part
- Tindesticks - Waiting for the moon
- Madrugada - Insustrial silence
- The Cure - Pornography
Tην πρώτη γνωριμία μας με τους Least Concern, την προετοίμασε η Μάρω (In Cool Blood). Λίγο αργότερα ακολούθησε μια πρόσκληση στο στούντιο του σταθμού μας όπου τη συζήτηση με την αγαπημένη του μπάντα συντόνισε ο Πάνος Ράπτης (Irrelevant Beat) κουβεντιάζοντας για την Αθηναϊκή σκηνή, την εκπροσώπηση των γυναικών σε αυτή, τον πόλεμο , τη μουσική τον καιρό του covid και φυσικά τα μελλοντικά τους σχέδια. Μπορείτε να την ακούσετε ολόκληρη εδώ:
Για περισσότερες πληροφορίες σχχετικά με την μπάντα: https://leastconcern.bandcamp.com/
- Δημιουργήθηκε στις