Memoirs Are the New Rock ’N’ Roll, Vol. 4: Photography is the new rock ‘n’ roll

Η ασυνήθιστη ζωή και η σπουδαία τέχνη του Mick Rock, μέσα από την ταινία “SHOT! The Psycho-spiritual Mantra of Rock”, του Barnaby Clay.

Syd Barrett, David Bowie, Lou Reed, Queen, Mick Jagger, Blondie, Joan Jett, Iggy Pop (με και χωρίς Stooges), Karen O./Yeah Yeah Yeahs, Father John Misty, Motley Crue, Snoop Dogg, Miley Cyrus, Daft Punk, Black Keys, Stiv Bators, Sex Pistols, Jimmy Cliff, Ray Davies, Bryan Ferry, Ramones, Talking Heads, Genesis, Strawbs, Wayne Kramer, Madonna, Bob Marley, Bette Midler, Ozzy Osbourne, Dolly Parton, Pointer Sisters, Carly Simon, Siouxsie Sioux.

Και μόνο αυτή η λίστα, ατελής και όμως τόσο πολυπληθής και γεμάτη γαματοσύνη, αρκεί για να αποδείξει τη σπουδαιότητα του Mick Rock, ο οποίος έφυγε από τη ζωή πριν λίγες μέρες, στις 18 Νοεμβρίου. Οι φωτογραφίες του είναι λίγο-πολύ οικείες –ακόμα και σε περιπτώσεις που δεν είναι γνωστό πως εκείνος είναι που τις έχει τραβήξει. Πέντε χρόνια πριν από τον χαμό του, ο Rock θέλησε να αφηγηθεί τη ζωή του μέσα από την ταινία ντοκιμαντέρ “SHOT! The Psycho-spiritual Mantra of Rock” – ταινία που φέρει μεν την υπογραφή του σκηνοθέτη Barnaby (Barney) Clay, αλλά η οποία βασίζεται ως επί το πλείστον σε «φωτογραφίες, αρχειακό υλικό και αναμνήσεις» προερχόμενα από «το μυαλό, το σώμα και την ψυχή του Michael David Rock» – άλλωστε, πέρα από συγκεκριμένα τραγούδια του soundtrack και ηχογραφημένες συνομιλίες με τον Bowie και τον Reed, η φωνή του γνωστού φωτογράφου ακούγεται σχεδόν αποκλειστικά καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, σχολιάζοντας και αφηγούμενη τα σχεδόν πενήντα χρόνια της δημιουργικής πορείας του.

Tailer της ταινίας 

Δύο είναι, κατά τη γνώμη μου, τα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν τον Mick Rock. Από τη μία, ως καλλιτέχνης, είναι υπεύθυνος για φωτογραφίες που είναι ακραία απλές –χρησιμοποιεί σχεδόν πάντα μονόχρωμο φόντο, εκτός κι αν τις τραβάει σε κάποιον φυσικό χώρο– , αλλά εντυπωσιακά όμορφες, φωτογραφίες που μένουν στη μνήμη με τη μία, χωρίς να προσπαθήσουν να πουν πολλά. Από την άλλη, ως άνθρωπος, έζησε –τουλάχιστον μέχρι τα μέσα των 80s– με τον ίδιο ακραία, εμμονικά ηδονιστικό τρόπο που χαρακτήριζε τους περισσότερους πελάτες του. Στο ντοκιμαντέρ δηλώνει πως τραβούσε φωτογραφίες (σε στούντιο, σε συναυλίες, σε πάρτυ) όχι ως κάποιος εξωτερικός παρατηρητής, αλλά ως κάποιος που ήταν “part of the fabric”, και αυτό ήταν κάτι που αντιλαμβάνονταν και οι ίδιοι οι μουσικοί: ήταν φίλος τους, ντυνόταν, ζούσε και παρτάριζε όπως εκείνοι, κι αυτό οδηγούσε σε μια σχέση όχι απλώς εμπιστοσύνης αλλά και συμπόρευσης, συντροφικότητας. Κάτι τέτοιο δεν είναι αυτονόητο για όλους τους ανθρώπους που φωτογράφησαν ροκ μουσικούς. Μια παρόμοια εξαίρεση είναι ο φίλος του Rock, Henry Diltz, o οποίος ξεκίνησε ως μουσικός και ο οποίος υπήρξε αναπόσπαστο μέρος της folk rock σκηνής της Topanga Canyon και της California γενικότερα, χτίζοντας ισόβιες φιλίες με τον Neil Young, τον James Taylor, τη Joni Mitchell και τον αρκετά λιγότερο hip David Cassidy. (Παρεμπιπτόντως, παρότι ήταν αρχικά εφηβικό είδωλο ως ηθοποιός, ο Cassidy έβγαλε και μερικούς δίσκους που δεν τους λες και για πέταμα).

Το promo για το Jean Genie, ένα από τα πολλά που σκηνοθέτησε ο Rock 

Στην περίπτωση του Rock, αυτή η συμβιωτική σχέση με τους μουσικούς δεν σήμαινε πως ο φωτογράφος δεν ένιωθε ταυτόχρονα το ίδιο περίπου δέος για περσόνες όπως ο Bowie, o Barrett, o Reed και o Mercury που ένιωθε και όλος ο υπόλοιπος κόσμος: «Έβλεπα όλους αυτούς τους χαρακτήρες. Ήταν πάντα μυθολογικοί. Ήταν σχεδόν σαν χίμαιρες. Ο Syd Barrett ήταν χίμαιρα. Ο Bowie. O Iggy. O Lou. Ήταν σχεδόν μη ανθρώπινοι […] Ήταν μαγικοί για μένα». Από την άλλη, αυτό ακριβώς το ηδονιστικό lifestyle ήταν που κόντεψε να οδηγήσει τον Rock σε πρόωρο θάνατο – όπως έχει συμβεί πολλάκις με ροκ σταρ, από τις απαρχές του είδους έως τις μέρες μας. Τη δεκαετία του 1980, με τον εθισμό του στην κοκαΐνη και τις κραιπάλες να έχει σβήσει οτιδήποτε άλλο στη ζωή του –περιλαμβανομένης εν πολλοίς και της καριέρας του– ο Rock, παθαίνει τριπλή καρδιακή προσβολή. Μόλις που έχει περάσει τα 40.

Η ταινία χτίζεται πάνω σε αυτό το κομβικό σημείο στη ζωή του καλλιτέχνη: οι αφηγήσεις του ίδιου και το υπόλοιπο αρχειακό υλικό διανθίζονται από δραματοποιημένες σκηνές από την παραμονή του Rock στο νοσοκομείο (στην πραγματικότητα ένα αχανές στούντιο το οποίο είναι βυθισμένο στο σκοτάδι, με εξαίρεση το κρεβάτι και τα ιατρικά μηχανήματα). Το παρολίγον τέλος μάς ξαναγυρίζει στην αρχή – ή έστω, λίγο προτού ο Mick Rock να γίνει «Ο Άνθρωπος που Φωτογράφισε τα 70s». Μέσα από ασπρόμαυρα πλάνα (με υπέροχο κόκκο), ο Rock επισκέπτεται το Cambridge, το μέρος όπου σπούδασε. Γόνος φτωχής οικογένειας από το Λονδίνο, ο πρωταγωνιστής μάς εξηγεί πως ήταν η πίστη της μητέρας του στη δύναμη της προβολής –το να πιστεύεις τόσο πολύ ότι θα κατορθώσεις κάτι στο μέλλον που να καταλήγεις όντως να το κατορθώνεις– που τον οδήγησε σε αυτό το κατά τα άλλα ελιτίστικο μέρος, να φοιτά σε ένα από τα διάφορα πανάκριβα πανεπιστήμια. Αυτή ακριβώς τη δύναμη της προβολής ήταν που ο Rock εκτίμησε αργότερα και στον Bowie – έναν άνθρωπο που είχε προσλάβει σωματοφύλακες προτού να γίνει διάσημος, έναν άνθρωπο που έγραψε ολόκληρο δίσκο για την απόκοσμη εμπειρία του να είσαι ροκ σταρ προτού καν να γίνει κάτι τέτοιο.

Στο Cambridge o Rock σπουδάζει Μεσαιωνικές και Σύγχρονες Γλώσσες. Τον συνεπαίρνουν οι Γάλλοι Συμβολιστές, ανανεώνουν την πίστη του στην αξία της υπερβατικότητας, της «μαγείας» και του ηδονισμού. Στο Cambridge γνωρίζει επίσης και τον Syd Barrett, την πρώτη σπουδαία προσωπικότητα με την οποία θα συνεργαστεί ως φωτογράφος. Τέλος, εκεί είναι που έρχεται σε επαφή με την ίδια την τέχνη που θα τον καθορίσει και την οποία θα ορίσει και ο ίδιος: είναι καταπληκτική η αφήγηση (επίσης εν μέρει δραματοποιημένη) για το πώς θα γοητευτεί από την ίδια την κάμερα, το να βλέπει τον κόσμο μέσα από τον φακό: «Η φωτογραφία μπήκε χαλαρά στη ζωή μου. Ήταν μια χημική εμπειρία. Μια χημική υπερφόρτωση. Λοιπόν, βίωσα την έξαψη του (μιμείται τον ήχο του κλείστρου), κάθε φορά που έκλεινα το κλείστρο ήταν σαν έκρηξη. Έδειχνε διαφορετικό κάθε φορά που το πίεζα. Επομένως υπήρχε αυτός ο κόσμος της διασκέδασης μέσα στην κάμερα». Το σουρεαλιστικό ήταν ότι ακριβώς εκείνη η κάμερα που τον έπεισε να ασχοληθεί με τη φωτογραφία ήταν άδεια, τη μέρα που την έπιασε στα χέρια του. Πίεζε το κουμπί για να κλείνει το κλείστρο, και νόμιζε πως έβγαζε τις πρώτες του καλλιτεχνικές φωτογραφίες. Αλλά μέσα στη μηχανή δεν υπήρχε φιλμ.

Τέσσερα από τα πιο σημαντικά εξώφυλλα που δημιούργησε ο Rock 

Απτόητος, συνέχισε να ασχολείται, γιατί τώρα πια ο κόσμος του είχε πλέον αποκτήσει νόημα. Τραβά φωτογραφίες και σύντομα αρχίζει να πληρώνεται για αυτό. Η πρώτη σπουδαία δουλειά του είναι τα καρέ που βγάζει με τον Syd Barrett, με αφορμή το σόλο ντεμπούτο του μέχρι τότε ηγέτη των Pink Floyd – φωτογραφίες τραβηγμένες στο τότε διαμέρισμα του Barrett, καθώς και στους κοντινούς δρόμους. Ο σουρεαλιστικός τρόπος με τον οποίο ο τραγουδιστής έχει βάψει το πάτωμά του, εντείνει την ομορφιά και τη μοναδικότητα των φωτογραφιών στο εσωτερικό του σπιτιού. Ο δανδισμός και το απλανές βλέμμα του Barrett –που είχε ήδη αρχίσει να «αποχωρεί»– δίνουν μιαν άλλη αύρα coolness και μυστηρίου στις φωτογραφίες από τον δρόμο. Ο Rock είναι ο πρώτος που θα παραδεχτεί πως, μέσα σε όλα τα άλλα, ήταν τυχερός, και αυτή η τύχη του συνίσταται και στις φιγούρες με τις οποίες καλούταν να δουλέψει.

Από κει και πέρα, όλα είναι λίγο πολύ γνωστά. Έτσι κι αλλιώς, η λίστα που παρατέθηκε στην αρχή αυτού του κειμένου δεν είναι ενδεικτική αλλά αποδεικτική. Στα μέσα των 80s, ο Rock ωθεί τον εαυτό του στα άκρα και γλυτώνει στο παρατσάκ, με τετραπλό bypass, εθισμένος στην κοκαΐνη, υπερχρεωμένος και αποκομμένος από τους κοντινούς του ανθρώπους (των Bowie και Reed περιλαμβανομένων). Από το τέλμα τον βγάζουν ο Andrew Loog Oldham και ο Allen Klein, αυτή η σκιώδης προσωπικότητα που είχε παλιότερα προκαλέσει κάμποσους οικονομικούς μπελάδες στους Beatles και τους Stones. Ο Rock συνέχισε να είναι ενεργός και να φωτογραφίζει μέχρι τα τελευταία χρόνια της ζωής του, συνεργαζόμενος με αρκετούς σύγχρονους καλλιτέχνες, όπως οι Killers, ο Pharrell, ο Snoop Dogg, οι Yeah Yeah Yeahs, o Father John Misty, η Lady Gaga, η Miley Cyrus, και πάρα πολλοί άλλοι. Κατά τη διάρκεια της καραντίνας, τα βίντεο που ανέβαζε στο Instagram μιλώντας για τη δουλειά και τη ζωή του κράτησαν καλή παρέα σε πολύ κόσμο, του υποφαινομένου περιλαμβανομένου. Έφυγε από τη ζωή στις 18 Νοεμβρίου, τέσσερις μέρες προτού να γιορτάσει τα 73α γενέθλιά του.

Brian Eno - "Some of them are old".
Αν και δεν συνεργάστηκαν ιδιαίτερα, το κομμάτι του Eno ακούγεται σε μερικά κομβικά σημεία του ντοκιμαντέρ
 

Όσον αφορά στην ταινία του Clay, αυτή είναι κάτι παραπάνω από άρτια φτιαγμένη. Ωστόσο πιστεύω πως η βασική πηγή της γοητείας της είναι και ο λόγος για τον οποίο γυρίστηκε: ο ίδιος ο Mick Rock, η αφηγηματική δεινότητά του, η γοητεία του ως ανθρώπου, οι ιστορίες που λέει, οι φωτογραφίες που τράβηξε, οι φιγούρες που γνώρισε. Με τόσο σπουδαίο πρωτογενές υλικό, πρέπει να προσπαθήσεις πολύ προκειμένου να καταφέρεις να μη γυρίσεις ένα ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ.

Γιώργος Δρόσος

 

Memoirs Are the New Rock ’N’ Roll

  • Δημιουργήθηκε στις

Follow Us