Skip to main content

Η Migro είναι μια ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία που στοχεύει στην κυκλοφορία έργων συνθετών/αυτοσχεδιαστών που εξερευνούν νέες έννοιες της μουσικής.

Ακριβώς όπως κι ένας ραδιοφωνικός σταθμός, έτσι και μια μικρή Ανεξάρτητη Δισκογραφική Εταιρία δημιουργείται κυρίως μέσω μιας διαδικασίας αποκλεισμών. Αισθητικών αποκλεισμών καταρχάς – τι είμαι/τι δεν είμαι - που την οδηγούν ουσιαστικά στην προσωπική ταυτότητα αμφότερων των εγχειρημάτων. Και με αυτές τις μικρές εταιρίες, το πώς και το γιατί συστάθηκαν, τα μουσικά είδη που προωθούν κι εκπροσωπούν, το μέλλον και τις προοπτικές τους θα ξεκινήσουμε να σχολούμαστε σήμερα.

Δισκογραφικές που εκτιμάμε τόσο για την – ευρεία ή/και στοχευμένη - γκάμα μουσικών επιλογών που αγκαλιάζουν όσο και για τη θέση τους και την προσφορά τους στη μουσική «βιομηχανία» (με ή χωρίς εισαγωγικά). Σκοπός αυτών των περιοδικών αναρτήσεων/αφιερωμάτων ευελπιστώ να είναι το διπλό όφελος, της προσέγγισης αλλά και μιας πρώτης γνωριμίας και εμβάθυνσης ενός νέου ακροατηρίου – ενίοτε εμού συμπεριλαμβανομένου - με συγκεκριμένους χώρους και διαφορετικά μουσικά είδη.

Θα ξεκινήσω τη σειρά αυτών των αφιερωμάτων με τη Λονδρέζικη Migro Records, το δημιούργημα του καλού φίλου Πάνου. Ο Πάνος Γκίκας δεν μας είναι άγνωστος. Ηχογραφήσεις του έχουν πιθανότατα φτάσει στα αυτιά μας, είτε από προσωπικές του δουλειές και συνεργασίες, είτε μέσω του συγκροτήματος The Chap στους οποίους ανήκει ή/και παλαιότερα των Raining Pleasure στους οποίους υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Είναι πάντως σίγουρο πως δουλειά του απολαμβάνουμε κάθε μία ώρα στο σταθμός μας ακούγοντας το σήμα του Strummer Radio το οποίο έχει συνθέσει ο ίδιος.

 Η Migro είναι μια ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία που στοχεύει στην κυκλοφορία έργων συνθετών/αυτοσχεδιαστών που εξερευνούν νέες έννοιες της μουσικής. Το ζητούμενό και χαρακτηριστικό της δεν είναι ούτε η «χώρα προέλευσης» ούτε το «είδος μουσικής» μα η προτίμηση της σε καλλιτέχνες που λειτουργούν εκτός της όποιας κατηγοριοποίησης είτε αυτή καθιερώνεται τόσο από τα underground είτε από το mainstream ρεύμα.

 

ένας μικρός μουσικός οδηγός των κυκλοφοριών της Migro.

Πάμε όμως να δούμε, να ακούσουμε και να μάθουμε περισσότερα πράγματα για τη Migro Records, το έτερο project του Πάνου, έτσι όπως προέκυψαν μέσα από το πρίσμα της συζήτησής μας.

Πάνο καλημέρα. Μπορείς να μας κάνεις μια μικρή εισαγωγή στη MIGRO Records; Κάτι σαν μια συνοπτική περιγραφή της ιστορίας της? 

Η Migro Records, ξεκίνησε ως λογική συνέχεια του Migrant Sound ή Απόδημος Ήχος, μία πρωτοβουλία μιας ομάδας Ελλήνων συνθετών και θεωρητικών της σύγχρονης μουσικής που πρωτογνωρίστηκαν σε πανεπιστήμια του Λονδίνου τη δεκαετία 2000-2010. Το Migrant Sound οργάνωσε, με υποστήριξη από διάφορους οργανισμούς, σειρά συναυλιών σε διάφορους χώρους το Λονδίνου από το 2008 μέχρι το 2011. Από τα έργα που παίχτηκαν και ηχογραφήθηκαν γεννήθηκε μια ενδιαφέρουσα, πολυσυλλεκτική συλλογή υλικού το οποίο αναζητούσε διέξοδο ευρύτερης έκθεσης. Έτσι γεννήθηκε η ιδέα μιας DIY δισκογραφικής εταιρίας. H Migro συστάθηκε με την προϋπόθεση ότι το roster δεν θα είναι συνδεδεμένο με την προέλευση του δημιουργού και ότι θα αναζητηθούν ενδιαφέρουσες μουσικές απόψεις από παντού στον κόσμο. Το σημαντικότερο κριτήριο ήταν η έκφραση που αντλούσε από στοιχεία μοντερνισμού, πειραματισμού και ακόλουθων «μετα-ισμών» με επικέντρωση στην τομή μεταξύ σύνθεσης και ελεύθερου αυτοσχεδιασμού. Αρχικά ο σκοπός ήταν η κυκλοφορία μόνο βινυλίου και digital download, αλλά στη συνέχεια ανοίχτηκε και πειραματίστηκε με άλλα formats.

Πάνο πως ξεκίνησες να ακούς και πότε «…εμβάθυνες…» στην ακρόαση "Πειραματικής-αυτοσχεδιαστικής"  μουσικής - ελπίζω να προσφωνώ σωστά το είδος -, πότε να συνθέτεις εσύ, και γιατί θεωρείς ότι σου ταιριάζει τόσο πολύ;

Είχα ενδιαφέρον για τον αυτοσχεδιασμό από τότε που ήμουν μαθητής γυμνασίου στην Πάτρα και είδα ‘Έλληνες και ξένους μουσικούς να δημιουργούν «από το τίποτα». Από το ντούο Τουλιάτου-Γιαννάτου, τον Φλώρο Φλωρίδη μέχρι τον Günter Sommer και τον Peter Kowald, είχα την ευκαιρία να εκτεθώ σε μικρούς συναυλιακούς χώρους της Πάτρας, καθώς και από το Διεθνές Καλλιτεχνικό Φεστιβάλ της πόλης, που την εποχή εκείνη (90s) επέτρεψε πειραματικά προγράμματα. Μου πήραν χρόνια να αντιληφθώ τι είναι η σύγχρονη σύνθεση και η διαδραστική της σχέση με τη σημειολογία της παρτιτούρας και την έννοια της ερμηνείας. Μετά από μακρύ, προσωπικό πειραματισμό έφτασα στο σημείο να προβληματίζομαι πολύ με την διάκριση μεταξύ σύνθεσης και αυτοσχεδιασμού. Εδώ και πάνω από δέκα χρόνια με απασχολεί η δημιουργία έργων με συνεργάτες, τα οποία συνδυάζουν προσχεδιασμό και δομική σκέψη με ροή έκφρασης και απροσδιόριστα αποτελέσματα. Πέρα όμως από αυτά τα concepts, επικεντρώνομαι κυρίως στον ήχο, στην «ενέργεια» των εκφραστικών χειρονομιών και στην υπερβατική μαγεία του απρόβλεπτου, όπως την περιέγραψαν οι σουρρεαλιστές και ειδικότερα ο Εμπειρίκος.

Θεωρείς δύσκολο για το ευρύ κοινό το είδος μουσικής που πραγματεύεται η MIGRO?

Υπάρχει δυσκολία, αλλά την προσαρτώ στο κοινό, όχι στη μουσική. Στα λεγόμενα, από πολλούς, περί απαραίτητων προσλαμβανουσών εμπειριών έχω να αντιτάξω ότι πολύ σημαντικότερη είναι η στάση προς το νέο, η ευελιξία ακρόασης και η δυνατότητα να αποδεχτεί κανείς μια, έστω και μικρή, αλλαγή εσωτερικής θεώρησης. Είναι προσωπική προσπάθεια και η συστημική παιδεία δεν βοηθάει απαραίτητα. Ο καθένας μπορεί αν θέλει να «γυρίσει να δει το παράξενο», όπως είπε και ένας ιδιοφυής λαϊκός Άγγλος συνθέτης. Αυτό βέβαια δεν ισχύει μόνο για τους ήχους που βγάζει η Migro. Το ευρύ κοινό εκτίθεται με όρους αγοράς σε ένα πολύ μικρό υποσύνολο του τι κυκλοφορεί κάθε μέρα και αυτοί οι όροι δημιουργούν ταμπέλες. Ο ρόλος μικρών προσπαθειών όπως η Migro είναι να λειτουργήσει εκτός τέτοιας λογικής. Είναι μια αντίδραση που δεν ορίζεται από μια αισθητική, αλλά από την ανάγκη να υπάρχουν χώροι ανεμπόδιστης έκφρασης.

Είσαι μουσικός και ο ίδιος. Έπαιξε αυτό ρόλο στη φιλοσοφία της εταιρίας?

Ως μουσικός κανείς πάντα αποζητά συνεργασίες και η Migro είναι ένας δυνητικός χώρος συνδιαλλαγής, πέρα από την δεδομένη λειτουργία ως εταιρία. Δεν ξέρω αν υπάρχει μια καθαρή φιλοσοφία, αλλά ίσως η δική μου αισθητική να δίνει σε κάποιους το πράσινο φως να έρθουν σε επαφή.

Υπήρχαν συγκεκριμένες δισκογραφικές εταιρίες που σε ενέπνευσαν; Άντλησες έμπνευση από τις ελλείψεις που συναντούσες ως καλλιτέχνης σε άλλες?

Από Λονδίνο, η Paradigm Discs του Clive Graham (γείτονά μου στο Finsbury Park) μου έκανε εντύπωση με τη μοναδική της αισθητική ήχου. Ως μέλος των θρυλικών Morphogenesis και φίλος των Bohman Brothers, ο Graham είχε ενδιαφέρουσες διασυνδέσεις και αυτά που κυκλοφόρησε είναι ο ορισμός του «ασυμβίβαστου ήχου». H Matchless Recordings είναι μια από τις πιο γνωστές και εδραιωμένες εταιρίες στη συνείδηση των «πειραματικών» ακροατών. Ιδρυμένη από τον Eddie Prevost, είναι εδώ και δεκαετίες μοντέλο τέτοιας δραστηριότητας, καθώς και οι ΑΜΜ, το αυτοσχεδιαστικό τρίο στο οποίο έπαιζε, με ιστορική επίδραση στον χώρο και όχι μόνο. Η Antifrost, βασισμένη αρχικά στη Βαρκελώνη από τον Έλληνα ILIOS (Δημήτρης Καρυοφύλλης) υπήρξε έμπνευση ως προς την ενέργεια και την «σκληρή» αισθητική-μανιφέστο. Ταυτόχρονα, ένα κύριο στοιχείο που κράτησα από την αρχική έρευνά μου στον χώρο ήταν ότι έβλεπα γενικότερα μια τάση αισθητικά καθαρολογικής τάσης, που με προβλημάτιζε. Έχοντας ήδη εμπειρία από παρόμοια πιουριστική λογική σε άλλους χώρους μουσικής έκφρασης, λιγότερο περιθωριακούς χώρους, προσδοκούσα μια πιο ‘ανοιχτή’ προσέγγιση όσον αφορά ήχο, τεχνική, συνδυασμό ιδεών και αισθητικών. Μου πήρε χρόνια να αντιληφθώ ότι η τάση ταξινόμησης και ‘προστασίας’ είναι ίδια, ίσως και μεγαλύτερη, σε τέτοιους πειραματικούς χώρους. Από μία σκοπιά είναι μια φυσιολογική άμυνα. Από την άλλη οι όροι μικρο-αγοράς και ανταγωνιστικότητας λειτουργούν και δω ανεμπόδιστοι, ενισχυόμενοι και από την αντίστοιχη ‘περιθωριακή’ δημοσιογραφία (βλέπε Wire, κλπ). Έτσι μου δόθηκε το έναυσμα να αναζητήσω το μικρό εκείνο υποσύνολο ανθρώπων που θα ήταν ανοιχτοί, χωρίς άμυνες, για μουσικές συναλλαγές και συνεργασίες όπως τις είχα στο μυαλό μου. 

 

migro_live_poster.jpg

Λειτουργεί αυτό το είδος της μικρής ανεξάρτητης εταιρίας για εσένα ως καλλιτέχνη;

Δίνει κάποια διέξοδο. Στην παρούσα κατάσταση είναι απλά ένας ακόμα τρόπος να ‘βγάλεις εκεί έξω’ τις ιδέες σου και των φίλων σου. Αλλά από αυτό το σημείο, μέχρι να προωθήσεις την κυκλοφορία σε κατάλληλους χώρους μεσολαβεί πάρα πολλή δουλειά. Αν είσαι κάποιος που τα κάνει όλα, δηλαδή συνθέτει, εκτελεί, ηχογραφεί, μιξάρει, παράγει και στέλνει για το εργο για κοπή, τότε η ιδέα του να κάνεις και αυτό που κάνει παραδοσιακά μια εταιρία σου φαίνεται εξοντωτική. Στις μεγάλες εταιρίες, η προώθηση γίνεται από επαγγελματίες. Στη Migro οι διέξοδοι προώθησης είναι μετρημένες και ο χρόνος και η ενέργεια που απαιτείται δοκιμάζουν τις όποιες αντοχές υπάρχουν. Οι εταιρίες καλλιτεχνών είναι όμορφες κολεκτίβες ή προσωπικά δημιουργήματα με μικρό χρόνο ζωής. Αν δεν σε υποστηρίξει ο χώρος, οι μή-καλλιτέχνες μουσικόφιλοι, οι σχεδιαστές και οι διαδικτυακοί προγραμματιστές, τότε χάνεσαι ως καλλιτέχνης μέσα στην υπερπροσπάθεια και τo multitasking. Ως τώρα, το design του Vincent Oliver έχει προσδώσει αναγνωρίσιμο και ισχυρό αισθητικό στίγμα στη Migro και τα διαδικτυακά θέματα τα έχει αναλάβει o Keith Duncan. Και οι δυό τους είναι συνεργάτες και φίλοι εδώ και δεκαετίες και προσφέρουν ό,τι μπορούν αφιλοκερδώς. Αλλά η Migro χρειάζεται συνεχή στήριξη σε πολλούς τομείς για να συνεχίσει. Αν αυτό ακούγεται σαν κάλεσμα βοήθειας, είναι. Καλώ δημιουργούς και μη να συμβάλουν στην συνέχιση της Migro, με όποιον τρόπο διαθέτουν.

Έχοντας ακούσει αρκετά από τα έργα που έχει κυκλοφορήσει η εταιρία – και μιλώντας σαν απαίδευτος στο είδος ακροατής – συνειδητοποιώ πως με ευχαριστεί να ακούω κάποια από αυτά εν ώρα απασχόλησης, πχ τις δουλειές του σπιτιού και όχι με προσήλωση καθισμένος απέναντι από τα ηχεία του στερεοφωνικού μου. Είναι θεμιτό αυτό? Είναι βλάσφημο για τον συνθέτη? Και σε ρωτάω με την διττή σου υπόσταση (καλλιτέχνη/εταιριάρχη)

Οποιαδήποτε είδους ακρόαση είναι θεμιτή – και εγώ έτσι ακούω! Και αλλοίμονο αν υπήρχε βλασφημία στην ακρόαση. Το πως ακούει κανείς είναι πολύ προσωπικό. Μπορεί πολλοί να μην συμφωνούν μαζί μου, αλλά θεωρώ κάθε είδος και κομμάτι μουσικής ταυτόχρονα και χρηστικό και αναλύσιμο. Παρά τα πειραματικά / ‘μοντερνιστικά’ μου ενδιαφέροντα ως μουσικός, ως ακροατής είμαι ξεδιάντροπα μεταμοντέρνος.

Υπάρχουν κυκλοφορίες της MIGRO που σε εμένα λειτουργούν σαν μία παράσταση, δίσκοι που αρκεί να τους έχεις ακούσει άπαξ για να κερδίσεις την εμπειρία του έργου. Το πιστεύεις αυτό? Αν όχι πόσο συχνή πιστεύεις πως μπορεί να ακούσει κάποιος ένα έργο όπως το "Good Teeth" που ηχογράφησες με την Jennifer?

Πιστεύω οι κυκλοφορίες της Migro αντέχουν πολλαπλές ακροάσεις γιατί έχουν πολλαπλά δομικά επίπεδα τα οποία φανερώνονται μόνο μετά το δεύτερο πέρασμα. Από την άλλη πλευρά, με τόσο νέο υλικό που περιμένει ακρόαση είμαι συνήθως της τάσης να ακούω κάτι νέο. Έτσι αναπόφευκτα το δεύτερο πέρασμα δεν συμβαίνει, ακόμα και για αυτά που θέλω πολύ να ξανακούσω.

Ghikas & Walshe Live #01

Πιστεύεις πως υπάρχουν έργα που χρειάζεται να δοθεί το περίγραμμα στον υποψήφιο ακροατή ώστε να τα αντιληφθεί και εκτιμήσει?

Αν ένα μουσικό έργο είναι μέρος μιας ευρύτερης δημιουργικής ιδέας που συνδυάζει άλλες τέχνες ή επιστήμες, τότε το περίγραμμα ίσως είναι απαραίτητο. Αλλά, κατά τη γνώμη μου, αν το μουσικό έργο είναι μια ανεξάρτητη παρουσίαση, τότε θα πρέπει να στέκεται χωρίς περίγραμμα. Είναι ενδιαφέρον να ξέρει κανείς το τι ενέπνευσε την δημιουργία, αλλά το βλέπω αυτό ως συμπληρωματική πληροφορία και όχι ως αναγκαία. Το τελευταίο καιρό τείνω όλο και περισσότερο να εμπιστεύομαι την αυθόρμητη αντίδραση μου στα αφηρημένα μουσικά ερεθίσματα και έχω υποβιβάσει τη συνήθεια να διαβάζω περιγραφές εμπνεύσεων και προθέσεων.

 Ποιοι είναι κάποιοι από τους πιο πετυχημένους καλλιτέχνες που έχεις δουλέψει;

Στην πρώτη κυκλοφορία, Migrosound (2011), πήραν μέρος οι Ma La Pert, ένα ντουέτο μεταξύ της Jennifer Walshe και του Tony Conrad. Η Jennifer, με την οποία έχω χρόνια συνεργασία, είχε από τότε μεγάλη επιρροή στον χώρο της σύγχρονης (δυτικής) σύνθεσης και τώρα πλέον αναφέρεται σε όλες τις μουσικολογικές αναλύσεις του χώρου για τον 21ο αιώνα. Ο Tony Conrad είναι θρυλική φιγούρα της σκηνής της Νέας Υόρκης, στον χώρο της πειραματικής μουσικής και των εικαστικών τεχνών. Ήταν συν-εφευρέτης του drone, συγκάτοικος του John Cale, conceptual κινηματογραφιστής και πολλά άλλα. Είχα την ευκαιρία να τον γνωρίσω σε μια συναυλία με την Jennifer στο Λονδίνο, λίγα χρόνια πριν πεθάνει. Ήταν πολύ προσιτός άνθρωπος με χιούμορ και αυτοσαρκασμό και μου ανέφερε ότι έχει πολύ ακυκλοφόρητο υλικό σε κασέτες που θα μπορούσε να βγάλει η Migro. Ακόμα τώρα, χρόνια μετά τον θάνατό, του αναρωτιέμαι που και αν θα κυκλοφορήσουν αυτές οι κασέτες.

Δουλεύεις αυτόν τον καιρό με κάποιους καινούριους καλλιτέχνες για τους οποίους είσαι ενθουσιασμένος;

Αυτόν τον καιρό όχι, αλλά ετοιμάζω κυκλοφορίες συνεργασιών δικές μου στη Migro για τις οποίες είμαι ενθουσιασμένος.

Ποια η θέση της εταιρίας σε κυκλοφορίες που προέρχονται από ηχογραφημένα σεσιον αυτοσχεδιασμού? Θα τις χαρακτήριζες ως τα αντίστοιχα live recordings στη ροκ?

Ο αυτοσχεδιασμός είναι μια ζωντανή μουσική πράξη, είτε γίνεται στο studio είτε στη σκηνή. Αλλά πιο πολύ από κάθε άλλο είδος μουσικής, ο αυτοσχεδιαστής βρίσκεται στο στοιχείο του όταν παίζει μπροστά σε κοινό, ενώ η ‘στουντιακή’ ερμηνεία θεωρείται πολύ δύσκολο να φτάσει την ενέργεια της συναυλίας. Γι’ αυτό το πιο σύνηθες είναι να προτείνονται ζωντανές ηχογραφήσεις για κυκλοφορία. Είναι μεν ελαττωματικές από πλευράς παραγωγής αλλά η ισχύς της ενέργειας μιας τέτοιας μουσικής συνάντησης τείνει να υπερέχει της ποιότητας και καθαρότητας του ήχου. Κάτι που σπάνια ισχύει στην ποπ/ροκ αισθητική, όπου σύνθεση και παραγωγή είναι ένα πράγμα. Βέβαια με απασχολεί προσωπικά το θέμα του ήχου, και ως παραγωγός, αλλά και ως curator της Migro. Όπως ανέφερα και πριν, προσπαθώ να μην έχω πιουριστική στάση στο θέμα και έχω πειραματιστεί αρκετές φορές με υβριδικές τεχνικές που δημιουργούν αίσθηση ζωντανής συνδιαλλαγής μεταξύ εκτελεστών σε συνθήκες στουντιακές. Το Good Teeth (Ghikas and Walshe) και το Four Perfect Balls (Bohman Bohman Ghikas and Thomas) είναι παραδείγματα τέτοιων πειραματισμών.

Οι πωλήσεις / επιδραστικότητα στο ούτως ή άλλως μικρότερο (των εμπορικότερων ειδών μουσικής) κοινό ακροατών παίζει ρόλο για την εταιρία?

Αν έχουν ξεπληρωθεί τα κόστη κυκλοφορίας, τότε είμαι ευχαριστημένος. Αν υπάρχουν άνθρωποι που στέλνουν δουλειά τους, ζητώντας κυκλοφορία στη Migro, αυτό είναι πάντα καλό σημάδι. Αλλά μια πρωτοβουλία σαν τη Migro θέλει κι άλλη υποστήριξη, και από τον σχετικό χώρο και από μεμονωμένους ανθρώπους.

Ποια ήταν η πιο επιτυχημένη κυκλοφορία σου μέχρι σήμερα; Γιατί πιστεύεις ότι πούλησε τόσο καλά;

Η πιο επιτυχημένη κυκλοφορία της Migro είναι το All The Many Peopls της Jennifer Walshe (2019). 

Δεδομένης της φήμης της Jennifer στο χώρο, πιστεύω ότι ήταν αναμενόμενο να πάει καλά, αλλά το LP αυτό είναι το ‘τέλειο πακέτο’ για διάφορους λόγους. Καταρχήν το περιεχόμενο είναι μοναδικό όσον αφορά την εκτέλεση, την πληροφορία και τον ήχο. Συνδυάζει πολύ προσωπικές εμπειρίες της συνθέτριας από την περίοδο που ζούσε στη Νέα Υόρκη με ήχους, διαλόγους και κείμενα που αγγίζουν την μετα-ψηφιακή, παγκοσμιοποιημένη κουλτούρα της δεκαετίας 2010-20. Η φωνητική ερμηνεία της Jennifer έχει την ένταση ενός ζωντανού one-woman stand και τη δυναμικότητα των καλύτερών της ελεύθερων αυτοσχεδιασμών. Ταυτόχρονα η προσέγγιση που είχα στην στουντιακή ηχογράφησή της ήταν να προσπαθήσω να αποτυπώσω στην παραγωγή τις σωματικές κινήσεις που έκανε κατά την διάρκεια της φωνητικής ερμηνείας, με τη χρήση της τεχνικής mid-side με δύο μικρόφωνα που κατέγραψαν δυναμικά την χωρική της κίνηση. 

Σε συνδυασμό με τα musique concrete, drone και άλλα ακουστικά στοιχεία της σύνθεσης, το αποτέλεσμα είναι μια ένταση και μια χειμαρρώδης ροή την οποία περιγράφει γλαφυρά ο Drew Daniel των Matmos στην εισαγωγή που βρίσκεται στο εσώφυλλο. Επίσης το gatefold LP, με production design από τον in-house designer Vincent Oliver, έχει πολλές ιδιαιτερότητες. Η κύρια εικόνα είναι αποτέλεσμα προβολής σε 2 διαστάσεις πολλαπλών 3D photo captures, όπου η Jennifer πόζαρε ανάμεσα σε διάφορα ‘τυχαία’ αντικείμενα και όλα μαζί είναι παραμορφωμένα με τρόπο που θυμίζει πολλές σύγχρονές μετα-ψηφιακές ποπ αισθητικές όπως η hyperpop και άλλα είδη που θριαμβεύουν στις streaming playlists. Είναι ένας δίσκος που ανήκει στην εποχή του, δυστοπικός, αλλά με διαχρονική ενέργεια που άγγιξε ακροατές που ανήκουν στην τομή μεταξύ αυτοσυνείδητης ποπ, σύγχρονης κλασσικής, ελεύθερου αυτοσχεδιασμού και θορύβου.

Με τον Πάνο γνωριζόμαστε πολλές δεκαετίες οπότε δικαιούμαι την παρακάτω ερώτηση και θα ασπαστώ ως αλήθεια την απάντησή του. /// Πάνο πιστεύεις πως έχει γίνει πιο βατός ο ήχος των κυκλοφοριών της MIGRO ή είναι το αυτί μου (το μουσικό μου κριτήριο) που έχει εκπαιδευτεί παραπάνω για να θέτω αυτήν την ερώτηση?a1917473575_10.jpg

Αν, με τις γνώσεις που ξέρω ότι έχεις, έχεις πραγματικά εκπαιδευτεί ακούγοντας Migro ήχους τότε είναι τιμή μου! Ίσως κάποιες τελευταίες κυκλοφορίες έχουν drone και noise στοιχεία που σου είναι πιο γνώριμα, αλλά δεν υπάρχει καμία συνειδητή τροχιά προς πιο εύληπτα έργα. Πιστεύω αυτό θα αποδειχθεί από τις επόμενες κυκλοφορίες που ετοιμάζω: ένα live album με τον Nick Roth, συνθέτη, αυτοσχεδιαστή και label owner (Diatribe Records) και ένα στουντιακό άλμπουμ με τον ακουστικό και ηλεκτρονικό αυτοσχεδιαστή Alex Bonnie.

Πραγματικά απόλαυσα το Bohman Bohman Ghikas and Thomas, Πιστεύεις πως υπάρχουν ψήγματα pop σε αυτην την κυκλοφορία?

Είναι από τις αγαπημένες μου κυκλοφορίες. Ναι, έχει ψήγματα από πολλά στυλ, αν και η κύρια έμπνευση ήταν ο μοναδικός σουρρεαλισμός των Bohman Brothers, με καταβολές από Cage, cut up poetry και pulp λογοτεχνία. Αν έχει αναγνωρίσιμα ‘ποπ’ στοιχεία είναι από την εποχή του μεγάλου πειραματισμού, με την υποκουλτούρα της κασέτας στις αρχές των 80s.

Bohman Bohman Ghikas and Thomas @ Cafe OTO JAN 10-01-17

Ποια η γνώμη σου για τους Arab Strap?

Χαχα, καλοί είναι! Εχω ένα παλιό σινγκλάκι από το 98 που μου άρεσε πάρα πολύ. Αλλά ότι έχω ακούσει από το τελευταίο τους άλμπουμ το έχω βρει λίγο βαρετό αν και καλοφτιαγμένο. Λείπει η ένταση που μου άρεσε, ιδίως στη φωνή του Moffat.

Αν χτυπήσει την πόρτα της MIGRO ή στείλει demo κάποιος καλλιτέχνης που δεν σας κάνει (στον οποίο δεν πιστεύετε) ποιο είναι το «πρωτόκολλο» απόρριψής του?

Γενικότερα, έχω τόσο λίγο χρόνο που ακόμα και για πολλές προτάσεις που μου αρέσουν αναγκάζομαι να απαντήσω απορριπτικά, λέγοντας ότι με αριθμό προσωπικού 1 η εταιρία έχει περιθώριο για ελάχιστες κυκλοφορίες. Ο ήχος της Migro λειτουργεί ως φίλτρο και έτσι δέχομαι κατά μεγάλο ποσοστό πολύ ενδιαφέρουσες δουλειές και συναφείς αισθητικά. Όπως είπα και πριν, προσπαθώ να μην έχω πιουριστική στάση και με ενδιαφέρει το άμεσο αποτέλεσμα της ακρόασης ενός ντέμο.

Το φορμάτ της μουσικής (βινύλιο, cd, mp3) παίζει κάποιο ιδιαίτερο ρόλο στις κυκλοφορίες σας; Είναι κάποιο προτιμητέο για το είδος του ήχου που εκπροσωπείτε?

Η κύρια προτίμηση είναι για υλική κυκλοφορία, αν το επιτρέπει το budget. Πιστεύω πως για κάποιες κυκλοφορίες ο αναλογικός ήχος υπερτερεί, αλλά για κάποιες άλλες το ψηφιακό format είναι ο μόνος τρόπος να δουλέψει το έργο ως παρουσίαση.

a4119825859_10.jpg

Η Migro έχει μια ιδιαίτερη, σπάνια αισθητική σε ό,τι περιέχει τον ήχο που προσφέρει. Για παράδειγμα το Right Error του Claudio Parodi είναι μια σπάνια πρόταση ακρόασης, που προσφέρεται μέσα σε μια μοναδική απτή συσκευασία που ενσωματώνει τα διάφορα στάδια εξέλιξης του format: μια συνηθισμένη κενή θήκη CD που περιέχει μια πλακέτα τυπωμένου κυκλώματος σε σχήμα CD, η οποία με τη σειρά της περικλείει ένα USB stick απλού κυκλώματος , εντός των οποίων υπάρχουν τρεις μορφές ήχου. στερεοφωνική, τετρακάναλη και binaural (ηχογράφηση που προσδίδει την αίσθηση της 3-D στερεοφωνίας στον ακροατή) συν διάφορα συνοδευτικά κείμενα, γραφικά και αρχεία pcb. 

Γνωρίζω πως το ARTWORK παίζει πολύ μεγάλο ρόλο στις κυκλοφορίες της εταιρίας. Θα ήθελες να μας μιλήσεις γι αυτό? Υπάρχει (το ξέρω πως υπάρχει) κάποιο/κάτι που να πιστεύεις ότι είναι πρωτοπόρο/μοναδικό και νιώθεις περήφανος που το κυκλοφορήσατε έτσι?

‘Eχω αναφέρει ήδη τον Vincent και πιστεύω πραγματικά ότι η συνεισφορά του στον τομέα της παρουσίασης ήταν τεράστια για τη ταυτότητα της Migro. To brief του ήταν απλό και συνάμα δύσκολο: αποφυγή συμβολισμού, ψευtο-σοβαρότητας (τύπου ECM) και κλινικής ομορφιάς, ενώ από την άλλη επιδίωξη φτηνής, φρέσκιας και diy αισθητικής και πειραματισμός με τα γνωστά formats κυκλοφορίας. 

Τα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα σας επηρεάζουν σαν εταιρία; Όχι μόνο οικονομικά αλλά θα με ενδιέφερε να μου πείτε κυρίως αν παίρνετε θέση μέσω των κυκλοφοριών σας.

Δεν έχω πάρει ποτέ θέση μέσω της Migro, αλλά θα το έκανα αν υπήρχε η κατάλληλη συγκυρία και είχα τον χρόνο. Η άποψή μου είναι ότι η αισθητική επιλογή, όσο αφηρημένη και να είναι, δίνει στίγμα του τι είδους άνθρωποι είναι πίσω από τον ήχο.

Πώς βλέπεις τον ρόλο του καλλιτέχνη στην κοινωνία; Είδα πως συμμετείχες στη συλλογή Ponao και όχι μόνο σαν συνθέτης.

Η συμμετοχή μου στη συλλογή Ponao συνέβη γιατί οι εξελίξεις στην Ελλάδα με ανησυχούν πολύ. Ζώ στην Βρετανία του Μπρέξιτ, της μακρόχρονης εγκαθίδρυσης των Συντηρητικών και της έξαρσης τοπικισμού και απομονωτισμού και θα περίμενα να έχω απευαισθητοποιηθεί, αλλά παρατηρώ στην Ελλάδα μια τεράστια οπισθοδρόμηση σε βασικά θέματα όπως ελευθερία έκφρασης, παιδείας και πολιτισμού. Βλέπω συμπεριφορές, καταστολή και ιδεολογικό μίσος που ανήκουν σε άλλες εποχές, που νόμιζα ότι η γενιά μου δεν θα έβλεπε ποτέ. Ως απόδημος καλλιτέχνης τα βλέπεις και αισθάνεσαι ανίσχυρος και ανήμπορος να αντιδράσεις. Η πρωτοβουλία, την οποία ξεκίνησε ο συνθέτης Σπύρος Πολυχρονόπουλος, άρχισε ως ομαδική έκφραση διαμαρτυρίας μιας παρέας γνωστών και ψηφιακά δικτυωμένων μουσικών αλλά κατέληξε να έχει απτό αποτέλεσμα, υποστηρίζοντας τον αγώνα θυμάτων αστυνομικής βίας. Πέρα από αυτό, το πολύ ξεκάθαρο παράδειγμα, σε γενικότερους όρους το βρίσκω πολύ δύσκολο να καθορίσω τον ρόλο μου στην κοινωνία και ακόμα πιο δύσκολο το ρόλο του καλλιτέχνη. Βλέπω την τέχνη ως έκφραση πέραν ηθικής, μια εκδοχή του χάους εντός και εκτός. ‘Όσο πιο πολύ ρόλο προσδίδω στην τέχνη, τόσο πιο αναποτελεσματική μου φαίνεται.

Πάνο, σε ευχαριστούμε πολύ για αυτή τη συνέντευξη-παρουσίαση της Migro Records. Ελπίζω να την ξανακάνουμε ζωντανά και από το στούντιο του Strummer Radio.

Αντώνης

(aka lemonostiftis)

 Για περισσότερες πληροφορίες, ακροάσεις και αγορές μπορείτε να επισκεφτείτε το bandcamp της Migro Records αλλά και το οfficial site της Migro.

 

Bog Bodies Live at Lo and Behold-Robert Stillman, Sean Carpio, Anders Holst